Κρητική λύρα

Γενικά
Η κρητική λύρα είναι τρίχορδο, τοξωτό, απιδόσχημο μουσικό όργανο, που κατέχει κεντρική θέση στην παραδοσιακή μουσική της Κρήτης και άλλων νησιών του Αιγαίου και των Δωδεκανήσων. Θεωρείται η πλέον δημοφιλής παραλλαγή της βυζαντινής λύρας που χρησιμοποιείται σήμερα.
Προέλευση
Η κρητική λύρα προσομοιάζει έντονα τη βυζαντινή λύρα, που αποτελεί τον πρόγονο πολλών ευρωπαϊκών τοξωτών εγχόρδων και είναι αντίστοιχη του ρεμπάμπ, που έχαιρε δημοφιλίας την ίδια εποχή στις Ισλαμικές αυτοκρατορίες. Ο Ibn Khordadbeh, Πέρσης γεωγράφος του 9ου αιώνα, στη λεξικογραφική του μελέτη των μουσικών οργάνων, αναφέρει τη λύρα ως ένα τυπικό όργανο των Βυζαντινών μαζί με τα urghun (ὄργανον), shilyani (μάλλον κάποιο είδος άρπας ή λύρας) και salandj (μάλλον κάποιος άσκαυλος).
Η βυζαντινή λύρα διαδόθηκε προς δυσμάς στην Ευρώπη με ασαφή εξέλιξη: χαρακτηριστικό παράδειγμα αποτελεί η Ιταλική lira da braccio, τοξωτό έγχορδο του 15ου αιώνα, που πιθανόν να υπήρξε ο προκάτοχος του σύγχρονου βιολιού. Η χρήση τοξωτών εγχόρδων, παρόμοιων της κρητικής λύρας και άμεσων διαδόχων της βυζαντινής συνεχίστηκε σε πολλές περιοχές της βυζαντινής αυτοκρατορίας ακόμα και όταν αυτή αποτέλεσε παρελθόν, φτάνοντας μέχρι τις μέρες μας με μικρές διαφοροποιήσεις. Παραδείγματα τέτοιων οργάνων αποτελούν η Γκαντούλκα στη Βουλγαρία, η τοξωτή Λύρα Καλαβρίας στην Ιταλία και η Πολίτικη λύρα στην Κωνσταντινούπολη της Τουρκίας.
Λαμβάνοντας υπ’όψη την περίοδο που πρωτοεμφανίστηκαν τοξωτά έγχορδα στην Κρήτη, υπάρχουν τέσσερεις απόψεις:
- Η βυζαντινή λύρα εισήχθη μετά το 961 μ.Χ., όταν το νησί επανακαταλήφθηκε από τη Βυζαντινή αυτοκρατορία έπειτα από αραβική κατοχή, με στρατιωτική επέμβαση του Νικηφόρου Φωκά. Εκείνη την περίοδο εγκαταστάθηκαν στην Κρήτη οικογένειες αριστοκρατών από την Κωνσταντινούπόλη με σκοπό την ενίσχυση του ελληνικού στοιχείου και την αναπλήρωση του πληθυσμού. Με αυτή την κίνηση υιοθετήθηκαν από τον εντόπιο πληθυσμό βυζαντινές παραδόσεις από την Κωνσταντινούπολη.
- Η λύρα εισήχθη στο νησί από τα Δωδεκάνησα, αρχίζοντας να διαδίδεται από τη Σιτία που, ευρισκόμενη στο ανατολικό άκρο της Κρήτης, ήταν γειτονική με τα νησιά Κάσο και Κάρπαθο. Αυτό συνέβη μάλλόν κατά το 12 αιώνα. Την άποψη αυτή ενισχύει το γεγονός πως, σύμφωνα με τις πηγές, η βυζαντινή λύρα έχαιρε ιδιαίτερης δημοφιλίας στη Σιτία.
- Η λύρα εισήχθη σταδιακά στος παραδόσεις του νησιού ως δημοφιλές στοιχείο της βυζαντινής μουσικής παράδοσης, όπως με παρόμοιο τρόπο εισήχθη και σε άλλες περιοχές (π.χ. η Lira da Braccio και η Λύρα Καλαβρίας στην Ιταλία και η Γκαντούλκα στη Βουλγαρία).
- Σύμφωνα με την τοπική παράδοση η λύρα εξελίχθηκε στην Κρήτη. Πιθανότατα αποτελεί μια εξέλιξη του αρχαίου ρεμπεπ που έφτασε στο νησί μέσω των θαλάσσιων δρόμων κάποια στιγμή τον πρώιμο μεσαίωνα. Κατά την εκστρατεία του Νικηφόρου Φωκά μαζί με τον όγκο των λαφύρων που μεταφέρθηκαν από την Κρήτη στην Κωνσταντινούπολη, το όργανο διαδόθηκε προς το βορρά. Σε αυτό συνηγορούν η απουσία οποιασδήποτε μουσικής παράδοσης με βάση την λύρα στην περιοχή της Κωνσταντινούπολης,[εκκρεμεί παραπομπή] καθώς για να εξαχθεί κάποιο πολιτισμικό στοιχείο θα πρέπει πρώτα να ευδοκιμήσει στην υποτιθέμενη κοιτίδα του κάτι που δεν προκύπτει από πουθενά.
Ενώ η παράσταση του δαιμόνιου με την λύρα, που αποτελεί το μοναδικό εύρημα στην περιοχή της Κωνσταντινούπολης, είναι προφανώς φερτό λάφυρο, αφού ουδέ μια σχέση έχει με βυζαντινή τέχνη, η τεχνοτροπία είναι ελληνιστική και παραπέμπει στον νότο, ενώ η στάση του σώματος και η έκθεση της περιοχής των γενετικών οργάνων θα μπορούσε να έχει προκαλέσει την καταστροφή της παράστασης αν είχε εντοπισθεί κατά το μεσαίωνα, κάτι που προφανώς δεν συνέβη.
Με την πάροδο των αιώνων και ιδιαίτερα κατά την περίοδο της Ενετοκρατίας του νησιού, το βιολί άσκησε σημαντική επιρροή στη μουσική της Κρήτης, τόσο από οργανολογική όσο και από μουσική άποψη, φέρνοντας πρωτοφανείς αλλαγές στην οργανολογία, στη στιχουργία, στο χρονισμό, στη μουσική γλώσσα καθώς και στην πρακτική απόδοση των έργων, επεκτείνοντας και εμπλουτίζοντας τη συλλογή αυτών.
Πηγή: Βικιπαίδεια
Μανώλης Γιαννουλάκης | Βιογραφικό
Ο Μανώλης Γιαννουλάκης γεννήθηκε το 1957 στην Αθήνα. Αποφοίτησε από το Πάντειο Πανεπιστήμιο και τα Κ.Α.Τ.Ε.Ε. Αθηνών, καθώς και από το Perth της Σκωτίας, ως μηχανικός αεροσκαφών. Αποσύρθηκε από το χώρο μετά από τριακονταετή προϋπηρεσία ως technician manager στην Ολυμπιακή αεροπορία. Μιλά επαρκώς αγγλικά και γαλλικά.
Ταυτόχρονα, ασχολήθηκε με την παραδοσιακή μουσική ξεκινώντας μαθήματα κρητικής λύρας με τον Κώστα Μουντάκη στα έξι του χρόνια, ενώ έφτασε μέχρι το επίπεδο της αρμονίας στο Εθνικό Ωδείο Αθηνών.
Στα δεκαέξι του χρόνια έπαιξε με τον Νίκο Ξυλούρη στη boite Studio Λύδρα. Έχει διδάξει επί μακρόν στη σχολή παραδοσιακών οργάνων Αριστείδης Μόσχος, στο Εθνικό Ωδείο Αθηνών, στο Εθνικό Ωδείο Ηλιούπολης, στο ωδείο Γεωργίου Κόγκου στον Βύρωνα, στο ωδείο Δ. Πελεκάνου στον Υμηττό, στην σχολή βυζαντινής και παραδοσιακής μουσικής ΤΕΤΙΞ, ενώ σήμερα διδάσκει στο Ωδείο ΣΙΜΩΝ ΚΑΡΑΣ κρητική λύρα και οργανοποιία παραδοσιακών μουσικών οργάνων.
Μελέτησε την κατασκευή παραδοσιακών μουσικών οργάνων παρακολουθώντας σεμινάρια στην Ελλάδα και το εξωτερικό.
Επίσης, μελέτησε τις αχλαδόσχημες λύρες του Αιγαίου επισκεπτόμενος τις διάφορες περιοχές της Ελλάδος και ιδιαίτερα την Ικαρία, κάνοντας έρευνα υπό την αιγίδα της Ευρωπαϊκής ένωσης και του συλλόγου Ταυροπόλος Άρτεμις, με την βοήθεια του πανεπιστημιακού καθηγητή μουσικολογίας του Αριστοτελείου πανεπιστημίου, Δημητρίου Θέμελη.
Τέλος, έχει εκτελέσει πολλάκις παραδοσιακά τραγούδια στην Ελληνική κρατική Τηλεόραση και σε άλλα τηλεοπτικά κανάλια, καθώς και στο Μέγαρο Μουσικής Αθηνών.
Γιώργος Κοντογιάννης | Βιογραφικό
Ο Γιώργος Κοντογιάννης γεννήθηκε στην Αθήνα το 1980. Είναι απόφοιτος του Μουσικού Γυμνασίου και Λυκείου (1998), όπου διδάχθηκε θεωρία και εκτέλεση παραδοσιακής και κλασικής μουσικής. Το έτος 1999-2000 μαθήτευσε στη λύρα πλάι στον Ross Daly, στη σχολή Λαβύρινθος. Ο Γιώργος σπούδασε επίσης ανώτερα θεωρητικά στην δυτική, κλασική, μουσική.
Διδάσκει λύρα και άλλα έγχορδα μουσικά όργανα σε αρχάριους και προχωρημένους, για περισσότερα από δέκα χρόνια.
Είναι ιδρυτικό μέλος του σχήματος “Μάτ σε 2 υφέσεις”, με το οποίο έχει κυκλοφορήσει 4 δίσκους, από το 2002, και έχει παίξει σε πολλά φεστιβάλ στην Ελλάδα και στο εξωτερικό. Έχει συνεργαστεί με διάφορους καλλιτέχνες του χώρου (Haig Yazdjian, Νίκος Ξυδάκης, Κατερίνα Παπαδοπούλου, Polis Ensemble, Αντάμα, Λουδοβίκος των Ανωγείων, Νίκος Γράψας, κ.α.).
Λευτέρης Γιαννουλάκης | Βιογραφικό
Γεννήθηκε στην Αθήνα το 1996. Ξεκίνησε από την ηλικία των τεσσάρων ετών τη μαθητεία της κρητικής λύρας κοντά στον πατέρα του, Μανώλη Γιαννουλάκη, ο οποίος ήταν μαθητής του Κώστα Μουντάκη.
Έχει διδάξει στο ωδείο Αμαντέους, ενώ διδάσκει στο Ωδείο ΣΙΜΩΝ ΚΑΡΑΣ επί σειρά ετών μέχρι και σήμερα. Έχω επίσης συνεργαστεί με καταξιωμένους μουσικούς του χώρου, όπως οι Νίκος Καραβυράκης, Μιχάλης Φραγκιαδουλάκης, Νεκτάριος Χατζηδάκης, Γιώργος Ανδρεαδάκης, Πέτρος Σαριδάκης, Γιάννης Λιναρδάκης, Κωνσταντίνος Βασιλάκης, Χρήστος Τζελεπόπουλος, Παναγιώτης Κουτούζος, Σταυρός Σουλακιώτης.
Έχει συμμετάσχει σε πολλές εκδηλώσεις τόσο στην Κρήτη όσο και ανά την Ελλάδα, ενώ έχει εμφανιστεί τόσο στην κρατική τηλεόραση όσο και σε άλλους τηλεοπτικούς σταθμούς.
Τέλος, έχει συμμετάσχει στη δισκογραφία και σε διαγωνισμούς μουσικής.
Οι εγγραφές γίνονται από Δευτέρα έως Παρασκευή, 5-9 μ.μ. στην έδρα του Ωδείου (Έρσης 9 και Πουλχερίας, Λόφος του Στρέφη), ή τηλεφωνικώς τις ίδιες ημέρες και ώρες.
Πληροφορίες:
Videos
Κατάλογος Μαθημάτων & Σεμιναρίων
Δες συγκεντρωτικά και εκτύπωσε όλα τα μαθήματα, τα σεμινάρια και τα εργαστήρια του Ωδείου.Μαθήματα | Σεμινάρια | Εργαστήρια
Βυζαντινή μουσική, Παραδοσιακά όργανα, Δημοτικό τραγούδι, Φωνητική,Οργανοποιία, Χορός